Στη Ν. Φιλαδέλφεια διεξάγεται σήμερα μια κρίσιμη κοινωνική και πολιτική αναμέτρηση. Με αιχμή τον αγώνα για την υπεράσπιση του Άλσους της πόλης από τα ληστρικά επενδυτικά σχέδια του μεγαλοκαπιταλιστή ιδιοκτήτη της ΑΕΚ Μελισσανίδη -που πυροδοτήθηκε εκ νέου από τις παρακρατικού τύπου επιθέσεις εναντίον του αυτοδιαχειριζόμενου κοινωνικού χώρου «Στρούγκα» και της λαϊκής συνέλευσης Ν. Φιλαδέλφειας- Ν. Χαλκηδόνας στις 25 και 27 Φλεβάρη 2017-, δύο κόσμοι έχουν λάβει θέση μάχης ξεδιπλώνοντας δύο διαμετρικά αντίθετες στρατηγικές για την περιοχή. Η μία, φορέας της οποίας είναι ο κόσμος του κράτους και του κεφαλαίου είναι σαφής: οικοδόμηση με κάθε μέσο ενός σύγχρονου γηπέδου ποδοσφαίρου στην περιοχή με στόχο την ανάπτυξη των καπιταλιστικών προϊόντων που ονομάζονται «ΑΕΚ» και «ελληνικό ποδόσφαιρο», κλείσιμο των δομών ταξικής αλληλεγγύης και κοινωνικής αυτοοργάνωσης, εκφασισμός της κοινωνικής ζωής, εξάπλωση των φαινομένων λουμπενοποίησης και κοινωνικού κανιβαλισμού, μετατροπή της Ν. Φιλαδέλφειας σε ένα χαμηλής αισθητικής διασκεδαστήριο εντατικής και πειθαρχημένης εργασίας. Με άλλα λόγια, η ριζική αλλοίωση των ιστορικών και κοινωνικών χαρακτηριστικών της πόλης και τελικά, η κοινωνική και πολιτική της μετάλλαξη: από μια προσφυγική γειτονιά με ισχυρό το λαϊκό προλεταριακό στοιχείο και έντονες τις προοδευτικές, δημοκρατικές αναφορές, σε μια γειτονία περίκλειστη για το κοινωνικό και εργατικό κίνημα, σε μια γειτονιά el dorado καπιταλιστικών και μαφιόζικων δραστηριοτήτων. Στρατηγική απόλυτα συμβατή βέβαια, με τη γενικότερη αστική στρατηγική εν μέσω κρίσης, την οποία συμπυκνώνει η ανελέητη επίθεση στις οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές κατακτήσεις, που με αιματηρούς αγώνες κέρδισε τις προηγούμενες δεκαετίες το εργατικό- λαϊκό κίνημα. Η υποτίμηση λοιπόν των όρων επιβίωσης της εργατικής τάξης, της νεολαίας, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, ως αναγκαίος όρος για την υπέρβαση της κρίσης προς όφελος του κεφαλαίου, προσδιορίζει και στην περίπτωση της Ν. Φιλαδέλφειας –όπως προσδιορίζει και στην περίπτωση των Εξαρχείων, των Σκουριών ή της Κερατέας παλαιότερα- το χαρακτήρα και τον τελικό σκοπό της εκεί ασκούμενης κρατικής πολιτικής. Υπό αυτήν την έννοια, τόσο το περιεχόμενο μιας έκφρασης της πολιτικής αυτής –όπως είναι η σχεδιαζόμενη ανέγερση γηπέδου με τους όρους που θέτει ο Μελισσανίδης- όσο και η αντίδραση σε αυτή δεν μπορούν να ειδωθούν έξω από τον ταξικό τους καθορισμό. Ως αντιπρολεταριακή, αντικινηματική αιχμή από τη μια, και ως προλεταριακή κινηματική αντίσταση από την άλλη.
Και αυτή ακριβώς η αντίθεση ταξικών συμφερόντων γίνεται ακόμα πιο ευκρινής, αν αναλογιστούμε ποια πρόσωπα και ποιες δυνάμεις βρίσκονται αντιμέτωπες σήμερα στη Ν. Φιλαδέλφεια. Από τη μια, ο ιδιοκτήτης της ΑΕΚ Δ. Μελισσανίδης, τυπικό δείγμα αυτού που η ΕΟ 17Ν αποκαλούσε λούμπεν μεγαλοαστική τάξη, ένας καπιταλιστής, η επιχειρηματική δραστηριότητα του οποίου θα λέγαμε ότι συμπυκνώνει όλα τα χαρακτηριστικά του ελληνικού καπιταλισμού και ειδικότερα του εφοπλισμού, ως καπιταλισμού παρασιτικού, μαφιόζικου, κρατικοδίαιτου. Ο συγκεκριμένος καπιταλιστής, πατώντας στις προσόδους που απέκτησε από τις επενδύσεις στο παράνομο κεφάλαιο και συγκεκριμένα τη λαθρεμπορία καυσίμων τη δεκαετία του 80’ –από τις οποίες δημιούργησε ένα μεγάλο κύκλο επαφών στον κόσμο της μαφίας και της νύχτας- θα εισβάλλει δυναμικά από το 90’ και μετά στον κόσμο των «νόμιμων» business. Στο νέο του επιχειρηματικό πεδίο, που έχει να κάνει πλέον με την νόμιμη πώληση και προμήθεια πετρελαίου, χρησιμοποιώντας τα πολυποίκιλα «κονέ» που έφτιαξε, είτε με το αζημίωτο, είτε με εκβιασμούς με όλες τις κυβερνήσεις τα προηγούμενα χρόνια, θα κατορθώσει -αφού στο μεταξύ αποκτά δημόσια κοινωνική αναγνώριση και ισχύ ως πρωταθλητής πρόεδρος της ΑΕΚ, την περίοδο 1992-1995- να συστήσει, βασιζόμενος σε αθρόες κρατικές χρηματοδοτήσεις, το 2000 την πετρελαϊκή ναυτιλιακή εταιρία AEGEAN.
Εκμεταλλευόμενος το καλό όνομα που είχε αποκτήσει στους αμερικάνικους επιχειρηματικούς και στρατιωτικούς κύκλους, για τις πολύτιμες εκδουλεύσεις που τους πρόσφερε κάνοντας τις «βρώμικες δουλειές» τους στην Μεσόγειο, ήδη από την εποχή των νατοϊκών βομβαρδισμών στη Γιουγκοσλαβία, τη δικαστική ασυλία και τις προκλητικές φοροαπαλλαγές που –όπως και όλο το εφοπλιστικό κεφάλαιο- απολάμβανε από το ελληνικό κράτος και βέβαια τις εργασιακές συνθήκες γαλέρας που επέβαλε στα πλοία και τις επιχειρήσεις του, θα δει τον κύκλο των εργασιών του να πολλαπλασιάζεται ως του σημείου η ΑΕGEAN να εισαχθεί στο αμερικάνικο χρηματιστήριο. Διαθέτοντας πάνω από 50 δεξαμενόπλοια και αρκετούς σταθμούς ανεφοδιασμού ανά την υφήλιο, ο Μελισσανίδης θα μπορεί πλέον να συνομιλεί απευθείας με το πανίσχυρο αμερικανικό πετρελαϊκό λόμπι, το βορειοευρωπαϊκό εφοπλιστικό κεφάλαιο και με τις πετρελαιομοναρχίες του Κόλπου, καθώς και οι τρεις αυτοί πόλοι του διεθνούς μονοπωλιακού κεφαλαίου θα δουν στον πρόσωπο του έναν αδίστακτο και πιστό υπηρέτη τους.
Πολύ γρήγορα ο Μελισσανίδης θα μετεξελιχθεί από έναν αμφιλεγόμενο- όσο και περιθωριακό- παίκτη της ελληνικής αστικής τάξης, σε βασικό παράγοντα της. Στην μνημονιακή εποχή της οικονομικής επιτροπείας, της υποτιμημένης εργασίας και του γενικού ξεπουλήματος, θα δει νέες δυνατότητες να ανοίγονται μπροστά του. Ειδικότερα την τριετία 2012-2015, όταν και χρέη πρωθυπουργού ανέλαβε ο προσωπικός του φίλος και ιδίου ακροδεξιού φρονήματος με αυτόν, Α. Σαμαράς. Έχοντας στο πλευρό του ως νομικούς συμβούλους τους στενούς συνεργάτες του πρωθυπουργού, τους γνωστούς φασίστες Μπαλτάκο και Κρανιδιώτη, θα πρωταγωνιστήσει στο μέγα σκάνδαλο της ιδιωτικοποίησης έναντι πινακίου φακής του ΟΠΑΠ, στον οποίο και τελικά θα καταστεί, μέσω εταιρείας συμφερόντων του, βασικός μέτοχος. Στα χρόνια αυτά, παράλληλα, θα εκκινήσει το δεύτερο γύρο των ποδοσφαιρικών του επενδύσεων, «επενδύοντας» στην ΑΕΚ με τον προσφιλή τρόπο με το οποίο επένδυε πάντοτε: πτωχεύοντας το καπιταλιστικό προϊόν που λέγεται ΑΕΚ, για να την αγοράσει στη συνέχεια κοψοχρονιά, απαιτώντας από το κράτος να πληρώσει τα χρέη της, αλλά και να χρηματοδοτήσει μέσω εγγυημένου τραπεζικού δανεισμού τη νέα του «αναπτυξιακή στρατηγική». Και σαν να μη έφταναν όλα αυτά, απαίτησε ως εχέγγυο της βιωσιμότητας της «επένδυσης του», την ανέγερση νέου γηπέδου σε έκταση πολύ μεγαλύτερη από την παλιά- γεγονός που θα είχε καταστρεπτικά αποτελέσματα στο ήδη επιβαρυμένο Άλσος της Ν. Φιλαδέλφειας- και μάλιστα με κρατικά λεφτά. Ενός γηπέδου του οποίου μάλιστα η κυριότητα θα περιερχόταν στη -συμφερόντων Μελισσανίδη- εταιρεία Δικέφαλος ΑΕ, παρά το γεγονός ότι η κυριότητα αυτή άνηκε βάσει παραχωρητηρίου από το Δημόσιο στην ερασιτεχνική ΑΕΚ! Αξίζει ακόμα να σημειωθεί, ότι ο ρυθμιστικός νόμος που κατέθεσε προς ψήφιση η τότε κυβέρνηση, με σκοπό, υποτίθεται, την υπεράσπιση των δημόσιων χώρων αλλά στην πραγματικότητα για την εμπορευματοποίηση και την οικοπεδοποίηση τους, περιείχε φωτογραφική διάταξη ειδικά για το γήπεδο της ΑΕΚ που εξαιρούσε την έκταση κατασκευής του γηπέδου από τις όποιες προστατευτικές διατάξεις του νόμου. Ο ελληνικός καπιταλισμός και το κράτος του σε όλο του το μεγαλείο!
Θλιβεροί αρωγοί του «συστήματος Μελισσανίδη» θα αποδειχθούν και οι νέοι διαχειριστές της κυβερνητικής εξουσίας που προέκυψαν από τις εκλογές του Γενάρη και του Σεπτέμβρη του 2015, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Τα φραστικά πυρά εναντίον «της ακροδεξιάς κλίκας του Μαξίμου που προωθεί ληστρικές για το δημόσιο συμφέρον συμφωνίες με τον αμφιβόλου φερεγγυότητας επιχειρηματία Μελισσανίδη» μετατράπηκαν πολύ γρήγορα, όπως και ο αντίστοιχοι βερμπαλισμοί για το σκίσιμο των μνημονίων, σε ανοιχτή προσχώρηση στο στρατόπεδο που υποτίθεται πως πολεμούσαν. Έτσι, τα «περί λεόντειων συμφωνιών με το δημόσιο» γρήγορα ξεχάστηκαν και ανώτερα κυβερνητικά στελέχη θα μιλούν ανοιχτά πλέον για την ανάγκη στήριξης των επιχειρηματικών ομίλων του Μελισσανίδη, η ύπαρξη των οποίων, όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν, αποτελεί «εθνικό κεφάλαιο», ενώ δε θα παραλείψουν να μιλήσουν κολακευτικά για το επιχειρηματικό του δαιμόνιο και τον αυτοδημιούργητο χαρακτήρα του. Δεν θα διστάσουν μάλιστα να αδειάσουν και τον «δικό» τους δήμαρχο στη Ν. Φιλαδέλφεια, ο οποίος στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές είχε κατισχύσει του αντιπάλου του – ενός αχυρανθρώπου του Μελισσανίδη που υποστήριζαν από κοινού ΝΔ και ΠΑΣΟΚ- με βασικό αίτημα τη μη ανέγερση γηπέδου στη Ν. Φιλαδέλφεια με τους όρους που ο Μελισσανίδης απαιτούσε, δίνοντας μέσω της Περιφερειακής Αρχής το πράσινο φως για την χρηματοδότηση των έργων για την κατασκευή του γηπέδου και την έγκριση της – εξόφθαλμα παράτυπης – Μελέτης Περιβαλλοντολογικού έργου που ήταν απαραίτητη για την εκκίνηση τους. Και όλα αυτά μάλιστα, σε μια περίοδο που η περιφερειακή διοίκηση Δούρου περίκοπτε διαρκώς κονδύλια για τη στήριξη ευπαθών κοινωνικών ομάδων με το πρόσχημα των άδειων ταμείων που παρέλαβε από την διοίκηση Σγουρού.
Αν όμως ο συνασπισμός κεφαλαίου κράτους κυβέρνησης, όπως επιγραμματικά περιγράφηκε πιο πάνω είναι κάτι παραπάνω από αναμενόμενος σε μια καπιταλιστική κοινωνία, η προσχώρηση σε αυτόν μερίδας των οργανωμένων οπαδών της ΑΕΚ, ασφαλώς εγείρει πολλά ερωτήματα σχετικά και το γιατί και το πώς αυτής της προσχώρησης. Γιατί ασφαλώς για προσχώρηση μιλάμε, αν αναλογιστούμε το καθεστώς βίας και τρομοκρατίας που προκάλεσε η συγκεκριμένη μερίδα τόσο τον Ιούλη του 2014, όσο και πρόσφατα, εναντίον όσων υπερασπίζονται την πόλη τους από τα επιχειρηματικά σχέδια του Μελισσανίδη. Αν αναλογιστούμε τους προπηλακισμούς και τους ξυλοδαρμούς κοινωνικών αγωνιστών, αναρχικών, κομμουνιστών, τις καταστροφές και τους βανδαλισμούς κοινωνικών κέντρων και λαϊκών συνελεύσεων, τους δημόσιους τραμπουκισμούς εναντίον αριστερών δημοκρατικών πολιτών. Όπως και την ευθυγράμμιση σε επίπεδο λόγου με τη ρητορική αστικών media (Πρώτο Θέμα, Καθημερινή, Βήμα, ΣΚΑΙ) και φασιστικών φυλλάδων. Όλα τα παραπάνω, σε καμία περίπτωση δε συγκροτούν μια κίνηση για την υλοποίηση ενός κοινωνικού αιτήματος, όπως θα μπορούσε κάτω από κάποιες προϋποθέσεις να αποτελεί η ανέγερση ενός γηπέδου, αντίθετα φανερώνουν ενσωμάτωση σε συγκεκριμένες κρατικές μεθοδεύσεις και επιχειρηματικούς σχεδιασμούς. Γιατί όταν ταυτίζεται ένα δικαιολογημένο αίτημα του κόσμου της ΑΕΚ με τους στόχους ενός καπιταλιστή, όταν εν τέλει ταυτίζεται η ίδια η ομάδα με τον ιδιοκτήτη της, τότε και ο κοινωνικός χαρακτήρας ενός τέτοιου αιτήματος ακυρώνεται και η ιστορία της ΑΕΚ πετιέται στα σκουπίδια. Λογική συνέπεια των παραπάνω είναι τελικά η μετατροπή της συγκεκριμένης μερίδας των οργανωμένων οπαδών σε δύναμη κρούσης του Μελισσανίδη, και βέβαια η ανάπτυξη από μέρους τους αντικοινωνικών, αντιπρολεταριακών, αντικινηματικών πρακτικών. Όσο για την αγνή και άδολη αγάπη για την ΑΕΚ, που υποκριτικά βάζει μπροστά η μερίδα των οπαδών που πρωτοστατεί στα επεισόδια, έχουμε να πούμε ότι η ανιδιοτέλεια τους είναι κίβδηλη, αφού αρκετοί από αυτούς έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με οικονομικές και άλλες προσόδους, που εκπορεύονται από την εκμετάλλευση του εμπορικού προϊόντος ΑΕΚ. Και δεν μιλάμε μόνο για τους «αυλικούς», αυτούς δηλαδή που έχουν άμεση οικονομική σχέση με την ΠΑΕ ΑΕΚ, είτε ως security, είτε ως υπάλληλοι γενικών καθηκόντων, αλλά και αυτούς που με τον έναν ή με το άλλον τρόπο κάνουν «δουλειές» μέσω των συνδέσμων που διατηρούνε. Και σε τελική ανάλυση, μιας και όλοι αυτοί επικαλούνται την ιστορία, ας μας πουν τι σχέση μπορεί να έχει το γήπεδο που ο λαός των προσφυγικών περιοχών έχτισε «πετραδάκι πετραδάκι» από το υστέρημα του, με το γήπεδο που θέλει να φτιάξει ο Μελισσανίδης και το οποίο στην πραγματικότητα θα προέλθει από τη ληστεία των φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων. Καμία απαντάμε εμείς, όπως καμία σχέση δεν έχει εκείνη η ΑΕΚ με τη σημερινή ΑΕΚ- εμπορικό προϊόν, όπως την κατέστησαν μέσα στα χρόνια οι κάθε λογής καπιταλιστές πρόεδροι της. Καμιά σχέση δεν έχει η ΑΕΚ της προσφυγιάς, της λαϊκότητας, των προοδευτικών ιδεών, με την ΑΕΚ του ακροδεξιού Μελισσανίδη και των τραμπούκων χούλιγκαν που εμφανίζονται ως η «συνείδηση» του κόσμου της ΑΕΚ. Ο απλός κόσμος της ΑΕΚ –μιας και τόσος λόγος γίνεται γι αυτόν- γνωρίζει άλλωστε πολύ καλά ότι γνωστοί μεγαλοπαράγοντες της ΑΕΚ ήταν αυτοί που γκρέμισαν το γήπεδο το 2003 για να το εντάξουν στο μεγάλο φαγοπότι των ολυμπιακών έργων και βέβαια, θυμάται τη χαρακτηριστική αφωνία που είχαν επιδείξει οι οργανωμένοι οπαδοί γύρω από το θέμα τότε.
Και επειδή εμφανιζόμαστε απόλυτοι σχετικά με τις εκτιμήσεις μας γύρω από το ποιόν αυτών πού τόσο τον Ιούλη του 2014, όσο και τώρα, σήκωσαν το χέρι τους εναντίον αγωνιστών και δομών του κινήματος, η σιγουριά μας αυτή, έχουμε να πούμε, ότι πηγάζει από τις εμπειρίες που έχουμε αποκομίσει από τη συμμετοχή μας στους κοινωνικούς αγώνες, από το γεγονός δηλαδή ότι με τα συγκεκριμένα άτομα, και πολύ περισσότερο με τις αντίστοιχες “λογικές” και πρακτικές, έχουμε κατά καιρούς αναμετρηθεί σφοδρά στα πλαίσια της συμμετοχής μας στο ανταγωνιστικό κίνημα. Ειδικότερα στα Εξάρχεια, τα οποία η συγκεκριμένη ομάδα οπαδών τα αντιμετωπίζει περίπου ως τσιφλίκι της, οι προστριβές, οι διενέξεις και οι συγκρούσεις που έχουν σημειωθεί μέσα στα χρόνια, ως αντίδραση στα πολλαπλά φαινόμενα αντικοινωνικής και αντικινηματικής βίας στα οποία έχουν πρωταγωνιστήσει μέλη αυτής της ομάδας είναι δεκάδες. Όσο για τα διαπιστευτήρια αντιφασισμού που συχνά πυκνά επιδεικνύουν κάποιοι από αυτούς, προβάλλοντας τα μάλιστα ως πιστοποιητικό “κινηματικότητας”, έχουμε να πούμε ότι αφενός, ο αντιφασιστικός αγώνας δεν αποτελεί σημαία ευκαιρίας και ότι αφετέρου, ο αγώνας αυτός δεν μπορεί παρά να είναι ταξικός. Δηλαδή να στρέφεται εναντίον του κράτους και του κεφαλαίου. Με άλλα λόγια, δεν μπορείς να είσαι αντιφασίστας και την ίδια στιγμή να υπερασπίζεσαι τα επιχειρηματικά σχέδια του Μελισσανίδη, όπως δεν μπορείς να είσαι αντιφασίστας και παράλληλα να καλλιεργείς την εχθρότητα για τους οπαδούς που βρίσκονται στην άλλη πλευρά της κερκίδας. Όπως, βέβαια, δεν μπορείς να είσαι αντιφασίστας και να συνδιαλέγεσαι με τον πρώην αξιωματικό της αντιτρομοκρατικής που εκτελεί χρέη υπευθύνου ασφαλείας στην ΠΑΕ ΑΕΚ, όπως επίσης δεν μπορείς να λέγεσαι αντιφασίστας και να έχεις για «ηγέτη» ένα άτομο, στο βιογραφικό του οποίου καταγράφεται ο βαρύτατος τραυματισμός αντιφασίστα κατά τη διάρκεια της περιφρούρησης προεκλογικού περιπτέρου ακροδεξιού κόμματος.
Αν όμως έτσι συγκροτείται το στρατόπεδο του ταξικού εχθρού στη Ν.Φιλαδέλφεια, πώς διαμορφώνονται τα πράγματα στην αντίπαλη πλευρά; Πώς διαμορφώνεται δηλαδή το μέτωπο των δυνάμεων που, θέτοντας μπροστά τα εργατικά και κοινωνικά συμφέροντα, αντιδρά στην επένδυση Μελισσανίδη, υπερασπιζόμενο τους αυτοοργανωμένους κοινωνικούς χώρους και τις κινηματικές δομές; Τρία σχεδόν χρόνια ύστερα από τη μεγάλη διαδήλωση του Ιούλη του 2014, όταν ένα μαζικό μαχόμενο κινηματικό μέτωπο έκανε την εμφάνιση του στους δρόμους της Ν. Φιλαδέλφειας, βάζοντας φρένο στις επιθετικές διαθέσεις κεφαλαίου, κράτους και παρακράτους, οι παρακαταθήκες από εκείνον τον αγώνα εξακολουθούν να είναι ζωντανές και να αποτελούν τον οδηγό στο σήμερα. Παρά την γενικότερη κινηματική οπισθοχώρηση που παρατηρείται, ειδικά από τις εκλογές του Σεπτέμβρη του 2015 και μετά, το μέτωπο αγώνα που άνοιξε στη Ν. Φιλαδέλφεια το καλοκαίρι του 2014, εξακολουθεί να παραμένει πολιτικά, κοινωνικά και οργανωτικά ισχυρό.
Πολιτικά, γιατί έχει αποδομήσει πλήρως την κυρίαρχη ρητορική περί κοινωφελούς καπιταλιστικής ανάπτυξης, αναδεικνύοντας τη ληστρική, παρασιτική και αντιλαϊκή φύση των σχεδιασμών του Μελισσανίδη, όσο και τις παρακρατικές μεθόδους που χρησιμοποιεί για να τους επιβάλλει. Γεγονός που του επιτρέπει να είναι κοινωνικά αξιόπιστο και διεισδυτικό, ως εκείνη η πολιτική δύναμη που υπερασπίζεται τεκμηριωμένα και με συνέπεια τη -σαφώς πλειοψηφική- διάθεση της κοινωνίας της Ν. Φιλαδέλφειας να μπει ένα φρένο στην ασυδοσία των πάσης φύσεως σωτήρων-επενδυτών. Και σε οργανωτικό επίπεδο όμως, τόσο οι δύο μαζικές μαχητικές διαδηλώσεις που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί (στις 14/3 μοτοπορεία με κατεύθυνση τον ΟΠΑΠ και στις 16/3 πορεία από το σταθμό Α. Πατησίων προς τη Στρούγκα, η οποία όμως κόπηκε σχεδόν στο ξεκίνημα της από τις δυνάμεις καταστολής), όσο και οι επόμενες κινήσεις που έχει προγραμματίσει η Ανοιχτή Συνέλευση Αλληλεγγύης στην Στρούγκα (4/4 μοτοπορεία αντιπληρόφορησης από τα Προπύλαια, 8/4 Εκδήλωση στο Πολυτεχνείο με θέμα « Για τον αγώνα ενάντια στην επιβολή πολιτικού, κοινωνικού και ταξικού απαρτχάιντ στη Ν. Φιλαδέλφεια») δηλώνουν αν μη τι άλλο τη σαφή πρόθεση ο αγώνας να συνεχιστεί και να είναι νικηφόρος.
Ασφαλώς οι παραπάνω εκτιμήσεις σε καμία περίπτωση δεν αναιρούν τις πολύ μεγάλες δυσκολίες που έχουμε να αντιμετωπίσουμε σαν κίνημα κατά τη διεξαγωγή του συγκεκριμένου αγώνα. Κεφάλαιο, κράτος, κυβέρνηση, παρακράτος, ο ταξικός εχθρός με μια λέξη, εμφανίζεται συμπαγής, αποφασισμένος, ετοιμοπόλεμος. Αυτό καταδεικνύουν τόσο οι συντονισμένες αναφορές κυβέρνησης και αντιπολίτευσης (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ) για παράκαμψη των όποιων «γραφειοκρατικών και νομικών εμποδίων καθυστερούν το μεγάλο έργο», όσο και η διάταξη μάχης που έλαβαν από κοινού οι δυνάμεις καταστολής και ο οπαδικός στρατός εναντίον της διαδήλωσης της 16/3, απαγορεύοντας της στην ουσία να εισέλθει στη Ν. Φιλαδέλφεια. Ενώ εξόχως αποκαλυπτική της διαπλοκής κράτους παρακράτους στην περιοχή, αποτελεί η προκλητική ασυλία που απολαμβάνουν οι τραμπούκοι, που για πάνω από ένα μήνα κατοικοεδρεύουν έξω από τη «Στρούγκα» και βέβαια, η ανοχή της αστυνομίας και των περισσότερων ΜΜΕ στο καθεστώς τρομοκρατίας που έχει επιβληθεί στην πόλη.
Η κοινωνική και πολιτική εκκαθάριση του μητροπολιτικού πεδίου, η μετατροπή του σε ειδική οικονομική ζώνη φθηνής και κακοπληρωμένης εργασίας, δεν αποτελεί μια συγκυριακή τακτική του κεφαλαίου, που ως τέτοια θα μπορούσε να εγκαταλειφθεί ή να μετατεθεί για αργότερα. Αποτελεί κεντρικό στρατηγικό του σχεδιασμό, η υλοποίηση του οποίου αποτελεί όρο για την ανάταξη της κερδοφορίας του και την έξοδο του από την κρίση. Και είναι γι αυτόν ακριβώς το λόγο, που δεν πρόκειται να κάνει πίσω. Είναι γι αυτόν ακριβώς το λόγο που δε θα διστάσει να μετέλθει όλων των μέσων που έχει στο οπλοστάσιο προκειμένου να επικρατήσει. Δεν έχουμε λοιπόν να κάνουμε με κάτι «τοπικό»: Ο αγώνας στη Ν. Φιλαδέλφεια αφορά όλο το μητροπολιτικό προλεταριάτο, όλο τον εργαζόμενο λαό και το αντικαπιταλιστικό και αντιφασιστικό κίνημα, κατ’ αντιστοιχία θα λέγαμε, όπως και το πολιτικό και συνδικαλιστικό απαρτχάιντ που έχει επιβάλλει ο εφοπλιστής Μαρινάκης στον Πειραιά (με όχημα και εδώ μια ποδοσφαιρική ομάδα) δεν αφορά στενά τους Πειραιώτες, αλλά όλη την αγωνιζόμενη κοινωνία. Ούτε όμως και με κάτι «συγκυριακό» ή μερικό. Όπως ο δυναμικός αγώνας διαρκείας στα Εξάρχεια δεν εξαντλείται στην πάλη για «Εξάρχεια χωρίς μαφίες και κοινωνικό κανιβαλισμό», αλλά συγκροτεί στο εδώ και τώρα του αγώνα, δομές και όργανα κοινωνικής-λαϊκής αντιεξουσίας, έτσι και ο αγώνας στη Ν. Φιλαδέλφεια βρίσκεται σε άμεση σύνδεση με τη γενικότερη στρατηγική του αντικαπιταλιστικού κινήματος στις σημερινές συνθήκες, όπου η φτωχοποίηση μεγάλων κομματιών του πληθυσμού και η ερημοποίηση του μητροπολιτικού πεδίου από το φυσικό και κοινωνικό του πλούτο, έχει καταστήσει τις δομές κοινωνικής αυτοοργάνωσης και την πάλη για την υπεράσπιση του δημόσιου χώρου σε κεντρικούς άξονες της πολιτικής του.
Υπό αυτήν την έννοια, η υπεράσπιση της Ν. Φιλαδέλφειας –και κάθε γειτονιάς- απέναντι στην πολύμορφη καταστολή αποκτά ένα βαθύτερο περιεχόμενο. Στην πραγματικότητα, από την αποτελεσματική περιφρούρηση της γειτονιάς και των κοινωνικών της δομών, κρίνεται η δυνατότητα του κινήματος να δημιουργεί ανταγωνιστικές μορφές κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης, κρίνεται η δυνατότητα σύμπηξης πλατιών κοινωνικών συμμαχιών, κρίνεται η δυνατότητα του να δρα επαναστατικά. Αυτή ακριβώς η δυνατότητα αποτελεί σε τελική ανάλυση και το πολιτικό διακύβευμα του αγώνα στη Ν. Φιλαδέλφεια και για αυτό ακριβώς το λόγο αποτελεί καθήκον μας να καταστήσουμε σαφές προς πάσα κατεύθυνση, ότι τη δυνατότητα αυτή δεν πρόκειται να την εκχωρήσουμε, ούτε κατ’ ελάχιστο, στο κεφάλαιο, το κράτος και τα μαντρόσκυλα του.
ΟΥΤΕ ΣΤΗΝ Ν. ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑ ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ!
Ταξική Αντεπίθεση (Ομάδα Αναρχικών και Κομμουνιστών)